«Η κοινωνία σε θέλει να είσαι απλώς ένα φωτοαντίγραφο, ποτέ ένα πρωτότυπο» Όσσο

Δευτέρα 6 Απριλίου 2009

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΤΟ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ 3054/2009 ΤΟΥ ΣΤΕ ΠΕΡΙ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΗΣ ΕΚΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ

Το έργο της εκτροπής του άνω ρου του ποταμού Αχελώου, αποτελεί ένα περιβαλλοντικό έγκλημα το οποίο μέχρι σήμερα έχει αποτραπεί χάρη στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας μας, το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Η δικαστική περιπέτεια της ακύρωσης του έργου ξεκινά το 1993 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, διανύοντας ήδη δεκαέξι χρόνια δικαστικών διενέξεων. Αποτέλεσμα αυτών των δικαστικών διενέξεων ήταν η ακύρωση με πολλαπλές αποφάσεις του ΣτΕ του έργου, και η αντιστοίχως πολλαπλή αναβίωσή του μέσα από διάφορες ενέργειες της Διοίκησης.
Το 1993 ασκήθηκαν οι πρώτες αιτήσεις ενώπιον του ΣτΕ με τις οποίες ζητήθηκε να ακυρωθούν οι κοινές υπουργικές αποφάσεις με τις οποίες είχαν εγκριθεί οι περιβαλλοντικοί όροι για τα επιμέρους τεχνικά έργα (σήραγγα διοχέτευσης των υδάτων προς τη Θεσσαλία, μήκους 18,5 χμ., φράγματα με τους αντίστοιχους ταμιευτήρες ύδατος στις θέσεις Πύλης, Μεσοχώρα Τρικάλων, Μουζάκι Καρδίτσας και Συκιά Άρτας-Καρδίτσας). Επί αυτών εκδόθηκαν οι αποφάσεις 2759/1994 και 2760/1994 του ΣτΕ που ακύρωσαν την εν λόγω απόφαση λόγω ελλείψεως συνθετικής και συνολικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) με την οποία θα μπορούσαν να διαγνωσθούν σε όλη τους την έκταση οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εκτροπής.
Το έτος 1995 εκδόθηκε, επιπλέον, η υπ’αριθμ. 5943/1995 απόφαση του ΣτΕ με την οποία ακυρώθηκε η άρνηση της Διοίκησης να παράσχει στοιχεία για τη διαχρονική ποσότητα της ροής των υδάτων του Αχελώου.
Ακολούθησαν το ίδιο έτος (1995) νέες αιτήσεις για την ακύρωση του έργου ενώπιον του ΣτΕ και συγκεκριμένα για την ακύρωση των κοινών υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία των έργων μερικής εκτροπής του άνω ρου του Αχελώου (φράγμα, ταμιευτήρας και υδροηλεκτρικός σταθμός Μεσοχώρας Τρικάλων, σήραγγα 7,4 χ.μ Μεσοχώρας- Γλύστρας, φράγμα, ταμιευτήρας και υδροηλεκτρικός σταθμός Συκιάς Άρτας- Καρδίτσας, σήραγγα εκτροπής μήκους 17,4 χ.μ. προς τη Θεσσαλία, αναρρυθμιστική δεξαμενή και υδροηλεκτρικός σταθμός στην περιοχή Μαυροματίου Καρδίτσας). Οι αιτήσεις έγιναν δεκτές με σειρά ακυρωτικών αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ, με κυριότερη την 3478/2000. Οι αποφάσεις αυτές ακυρώνουν το έργο λόγω πλημμελειών και παραλείψεων της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων ως προς την προστασία σημαντικών στοιχείων της εθνικής πολιτιστικής μας κληρονομιάς και ιδίως του απειλούμενου με κατάκλιση Μοναστηρίου του Αγ. Γεωργίου Μυροφύλλου Τρικάλων.
Και πάλι όμως, παρά και αυτή την απόφαση της Ολομέλειας πλέον του ΣτΕ, ακολούθησαν νέες κοινές υπουργικές αποφάσεις για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων κατασκευής και λειτουργίας των έργων μερικής εκτροπής του Άνω Ρου του Αχελώου ποταμού προς τη Θεσσαλία (φράγμα, ταμιευτήρας και υδροηλεκτρικός σταθμός Μεσοχώρας Τρικάλων, σήραγγα 7,4 χ.μ Μεσοχώρας- Γλύστρας, φράγμα, ταμιευτήρας και υδροηλεκτρικός σταθμός Συκιάς Άρτας- Καρδίτσας, σήραγγα εκτροπής μήκους 17,4 χ.μ. προς τη Θεσσαλία, αναρρυθμιστική δεξαμενή και υδροηλεκτρικός σταθμός στην περιοχή Μαυροματίου Καρδίτσας) κατόπιν σύνταξης συμπληρωματικής ΜΠΕ.
Στο ενδιάμεσο διάστημα από την υποβολή των αιτήσεων ακυρώσεως έως την έκδοση της 1688/2005 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο η οδηγία 200/60/ΕΚ για τη θέσπιση κοινού πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (Ν. 3199/2003). Το ΣτΕ ακύρωσε τις υπουργικές αποφάσεις επειδή δεν προηγήθηκε της προσβαλλόμενης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του έργου η απαιτούμενη από την εθνική και κοινοτική πλέον νομοθεσία έγκριση σχετικού προγράμματος αναπτύξεως υδατικών πόρων.
Μετά τη συζήτηση και πριν την έκδοση της ανωτέρω απόφασης 1688/2005 του ΣτΕ, ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ προέβη στις διαδικασίες δημοπράτησης της κατασκευής του φράγματος της Συκιάς, έργο το οποίο κατακυρώθηκε στη ΜΗΧΑΝΙΚΗ Α.Ε.. Κατά των πράξεων αυτών ασκήθηκαν αιτήσεις ακύρωσης οι οποίες έγιναν δεκτές με τις αποφάσεις 1186-7/2006 του ΣτΕ, επειδή αφορούσαν σε έργο το οποίου οι περιβαλλοντικοί όροι κατασκευής και λειτουργίας είχαν ήδη ακυρωθεί δικαστικώς με την 1688/2006 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου.
Παρά τις ήδη πολλαπλές ακυρώσεις του έργου ψηφίστηκε ο νόμος 3481/2006 με το αρ. 13 παρ. 4 του οποίου δημόσια έργα που αφορούν στην εκτροπή του Αχελώου και δημοπρατήθηκαν ή κατασκευάσθηκαν ή βρίσκονται στο στάδιο κατασκευής επιτρέπεται να λειτουργήσουν ή να ολοκληρωθεί η κατασκευή τους (συνεπώς και η ακυρωθείσα δημοπράτηση και κατακύρωση στη ΜΗΧΑΝΙΚΗ με τις προαναφερθείσες αποφάσεις 1186-7/2006 του ΣτΕ). Με το αρ. 13 παρ. 3 του Ν. 3481/2006 εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι και περιορισμοί για την κατασκευή και λειτουργία των έργων μερικής εκτροπής του Αχελώου και για την ενεργειακή αξιοποίηση των υδάτων του , ενώ με το αρ. 13 παρ. 2 του ν. 3481/2006 εγκρίθηκε το Σχέδιο Διαχείρισης των λεκανών απορροής των ποταμών Αχελώου και Πηνειού Θεσσαλίας που εκπονήθηκε από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ.
Κατά των ανωτέρω διατάξεων του Ν. 3481/2006 καθώς και κάθε προγενέστερης ή μεταγενέστερης πράξης ή παράλειψης για την υλοποίηση του έργου της εκτροπής ασκήθηκαν εκ νέου αιτήσεις ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ. Ακολούθησε τις 09-10-2009 η απόφαση του ΣτΕ 3054/2009 με την οποία υποβλήθηκαν προδικαστικά ερωτήματα προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που αφορούν στο σύνολο της κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον.
Πριν αναλύσουμε την απόφαση του ΣτΕ ως προς την ουσία της αξίζει να παρατεθεί ο λόγος για τον οποίο έγινε παραδεκτή η αίτηση ακύρωσης. Όπως προειπώθηκε ανωτέρω, η αίτηση ακύρωσης στρέφεται κατά του κύρους του αρ. 13 του Ν. 3481/2006. Όμως για να είναι παραδεκτή η αίτηση των αιτούντων θα πρέπει να στρέφεται ευθέως κατά συγκεκριμένης εκτελεστής διοικητικής πράξης και όχι κατά του νόμου. Δηλαδή πρέπει ο νόμος να μετουσιώνεται σε κάποια εκτελεστή διοικητική πράξη για να είναι δυνατόν να ζητηθεί η ακύρωσή του. Κατά το ΣτΕ αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη η εντολή που δόθηκε με τα υπ’αριθμ. 415/28-6-2006 και 567/14-9-2006 έγγραφα από την ΕΥΔΕ Τμήματος κατασκευής έργων Καρδίτσας στην ΜΗΧΑΝΙΚΗ, δηλ. την ανάδοχο εταιρία, να συνεχίσει αυτή της εργασίες στο φράγμα Συκιάς που είχαν διακοπεί μετά την 1186/2006 ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ.
Το ΣτΕ προχωρά ένα βήμα παραπέρα και κρίνει ότι αντικείμενο της παρούσας δίκης είναι η νομιμότητα του ενιαίου έργου της εκτροπής του Αχελώου, παρά το γεγονός ότι με την προσβαλλόμενη πράξη δηλ. την εντολή της ΕΥΔΕ για συνέχιση των εργασιών από τη ΜΗΧΑΝΙΚΗ αναφέρεται σε τμήμα του επίμαχου έργου και συγκεκριμένα στο φράγμα της Συκιάς, γιατί με την προσβαλλόμενη πράξη καθίσταται δυνατή η εκτέλεση του συνόλου του έργου.
Η εν λόγω αποδοχή του παραδεκτού της αίτησης έχει μεγάλη σημασία για την πορεία της υπόθεσης σε επίπεδο αναστολής των έργων της εκτροπής. Ήδη με την απόφαση 999/2007 της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ είχε απορριφθεί η αίτηση αναστολής που υπέβαλλαν στην πλειοψηφία τους οι αιτούντες την ακύρωση του νόμου 3481/2006 λόγω του όπως προαναφέρθηκε η βλάβη του αιτούντος, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ευδοκίμηση της αίτησης αναστολής, προέρχεται ευθέως από το νόμο και όχι από εκτελεστή διοικητική πράξη. Δεδομένου ότι τώρα το ΣτΕ έχει αποφανθεί ότι αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη η εντολή της ΕΥΔΕ που δόθηκε δυνάμει του Ν. 3481/2006 προς τον ανάδοχο για συνέχιση των εργασιών που είχαν ακυρωθεί με την απόφαση 1186/2006 του ΣτΕ, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ΤΩΡΑ θα ευδοκιμήσει υποβληθείσα αίτηση αναστολής των εργασιών του έργου.
Το ΣτΕ επί της ουσίας κρίνει ότι οι διατάξεις των αρ. 9 και 13 του Ν. 3481/2006 είναι αντίθετες προς την οδηγία 2000/60/ΕΚ γιατί δεν έχουν εκπονηθεί τα σχέδια διαχείρισης των Περιοχών Λεκανών Απορροής Ποταμών, όπως απαιτείται με την οδηγία στις περιπτώσεις που για την κάλυψη αναγκών ύδρευσης, άρδευσης και παραγωγής ενέργειας μεταφέρονται ποσότητες ύδατος από τον ποταμό Αχελώο στον ποταμό Πηνειό, οι οποίοι ανήκουν σε διαφορετικές Περιοχές Λεκάνης Απορροής Ποταμού, δηλαδή στις ΠΛΑΠ Δυτικής Στεριάς και Ηπείρου ο Αχελώος και Θεσσαλίας ο Πηνειός.
Επιπλέον δεν υπήρξε η απαραίτητη από την οδηγία διαδικασία διαβούλευσης με το κοινό των σχεδίων διαχείρισης ΠΛΑΠ.
Το ΣτΕ σε κάθε περίπτωση κρίνει ότι αρμόδιο για να αποφανθεί επί της εφαρμογής των κοινοτικών οδηγιών είναι το ΔΕΚ ως αυθεντικός ερμηνευτής του κοινοτικού δικαίου.

Τι είναι προδικαστική παραπομπή;
Με την προδικαστική παραπομπή παρέχεται η δυνατότητα στον εθνικό δικαστή, εν προκειμένω το ΣτΕ, να απευθύνει ερώτημα στον κοινοτικό δικαστή, δηλ. στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σχετικά με την ερμηνεία ή την ισχύ κοινοτικού κανόνα δικαίου, είτε πρωτογενούς όπως η Συνθήκη, είτε δευτερογενούς όπως εδώ οι κοινοτικές οδηγίες για την προστασία του περιβάλλοντος, στο πλαίσιο μιας διαφοράς ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, η λύση της οποίας εξαρτάται από την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου.
Τα ερωτήματα που υπέβαλλε το ΣτΕ στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων συνοψίζονται ως εξής:
Α. Όσον αφορά την οδηγία 2000/60/ΕΚ “για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων” (ΕΕ L 327).
Η οδηγία αυτή στο αρ. 13 παρ. 6 θέτει ως απώτατο όριο δημοσίευσης των σχεδίων διαχείρισης ΛΑΠ τα εννέα έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας, ήτοι την 31-12-2009. Το ΣτΕ ερωτά το ΔΕΚ αν μέχρι της 31-12-2009 πρέπει να έχουν καταρτιστεί τα σχέδια ή απλώς να έχουν μεταφερθεί οι διατάξεις της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Αν το ΔΕΚ κρίνει ότι μέχρι 31-12-2009 πρέπει να έχουν καταρτιστεί τα σχέδια τότε επιτρέπεται, σύμφωνα με την οδηγία, η μεταφορά ύδατος από μια ΛΑΠ σε άλλη ΛΑΠ χωρίς να έχουν εκπονηθεί τα σχέδια των ΠΛΑΠ εντός των οποίων γίνεται η μεταφορά ύδατος από μια ΛΑΠ σε άλλη;
Αν πάλι επιτρέπεται η μεταφορά ύδατος από μια ΛΑΠ σε άλλη ΛΑΠ χωρίς να έχουν εκπονηθεί τα σχέδια των ΠΛΑΠ, επιτρέπεται η μεταφορά ύδατος από μια ΠΛΑΠ σε γειτονική ΠΛΑΠ; Αν ναι η μεταφορά θα πρέπει να αφορά μόνο την κάλυψη αναγκών ύδρευσης ή και άρδευσης και παραγωγής ενέργειας;
Αν η οδηγία 2000/60/ΕΚ θεσπίζει ειδική προθεσμία μεταφοράς των διατάξεων της, τίθεται το ζήτημα του κατά πόσο διακυβεύεται το χρήσιμο αποτέλεσμα της οδηγίας (ήτοι όταν θεσπίζονται εθνικές διατάξεις ή λαμβάνονται εθνικά μέτρα που μέχρι τη μεταφορά της οδηγίας, αντίκεινται σε αυτή απενεργοποιώντας το περιεχόμενό της και ανατρέποντας το αποτέλεσμα που επιδιώκεται με αυτή) αν επιτραπεί η μεταφορά ύδατος από μια ΛΑΠ σε άλλη ΛΑΠ χωρίς να έχουν εκπονηθεί τα σχέδια των ΠΛΑΠ εντός των οποίων βρίσκονται οι ΛΑΠ.
Τέλος σε σχέση με την οδηγία 2000/60/ΕΚ τίθεται το θέμα του κατά πόσο ο νόμος 3481/2006 είναι σύμφωνος με τις διατάξεις της ανωτέρω οδηγίας, εφόσον αυτός εκδόθηκε χωρίς να τηρηθεί η προβλεπόμενη από την οδηγία διαδικασία διαβούλευσης με το κοινό.
Β. Όσον αφορά την οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, “σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων” (ΕΕ L 197, συμπληρωματικά με τις οδηγίες 2000/60/ΕΚ και 85/337/ΕΚ)
Το ΣτΕ ερωτά το ΔΕΚ αν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/42/ΕΚ σχέδιο εκτροπής ποταμού το οποίο αφορά α. κατασκευή φραγμάτων και μεταφοράς ύδατος από μια ΠΛΑΠ σε άλλη, β. εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 200/60/ΕΚ, 85/337/ΕΟΚ για την εκτίμηση των επιπτώσεων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον και γ. έχει περιβαλλοντικές επιπτώσεις στις περιοχές NATURA 2000 (οδηγία 92/43/ΕΟΚ).
Αν το σχέδιο εκτροπής του Αχελώου εμπίπτει στην οδηγία 2001/42/ΕΚ μπορούν να θεωρηθούν ως προπαρασκευαστικές πράξεις του έργου της εκτροπής (όπως απαιτεί η οδηγία) πράξεις οι οποίες ακυρώθηκαν με δικαστικές αποφάσεις και έτσι να μην υπάρχει ανάγκη εκπόνησης μελέτης περιβαλλοντικής εκτίμησης;
Αν πάλι θεωρηθεί ότι δεν υπάρχουν οι προπαρασκευαστικές πράξεις υπάρχει ανάγκη εκπόνησης αυτοτελούς μελέτης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης ή αρκούν για την ορθή εφαρμογή της οδηγίας 2001/42/ΕΚ οι περιβαλλοντικές εκτιμήσεις που έχουν γίνει στα πλαίσια των οδηγιών 2000/60/ΕΚ και 85/337/ΕΚ;

Γ. 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, “για τη διατήρηση των φυσικών οικότοπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας” (ΕΕ L 206) NATURA 2000
Το πρώτο ερώτημα του ΣτΕ αφορά στην έκταση εφαρμογής της οδηγίας NATURA και αν καταλαμβάνεται από την προστασία που παρέχει αυτή ο κατάλογος των προστατευόμενων τόπων κοινοτικής σημασία για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή, πριν από τη δημοσίευσή του (καταλόγου) με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Ιούλιο του 2006.
Περαιτέρω το ΣτΕ ρωτά αν μπορεί, σύμφωνα με την οδηγία, το Ελληνικό Κράτος να δώσει άδεια για την υλοποίηση των έργων της εκτροπής του Αχελώου όταν στις μελέτες του έργου απουσιάζουν ή ελλιπώς παρουσιάζονται στοιχεία για την ορνιθοπανίδα της περιοχής. Ακόμα ερωτάται το ΔΕΚ αν συνιστούν επιτακτικό δημόσιο συμφέρον οι αρδευτικοί και υδρευτικοί σκοποί που εξυπηρετεί το έργο της εκτροπής του Αχελώου, χάρη του οποίου (επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος) να επιτρέπεται η πραγματοποίηση του έργου παρά τις αρνητικές επιπτώσεις στις προστατευόμενες περιοχές NATURA 2000.
Αν η ύδρευση και άρδευση του Θεσσαλικού κάμπου συνιστούν τελικώς επιτακτικό δημόσιο συμφέρον, ερωτάται αν λαμβάνονται υπόψη το εύρος της εκτροπής και το μέγεθος των έργων στα αντισταθμιστικά μέτρα που θεσπίζονται για να εξασφαλισθεί η συνοχή μιας περιοχής NATURA 2000 η οποία βλάπτεται από την εκτροπή.
Τέλος το ΔΕΚ ερωτάται αν στα πλαίσια της αειφόρου ανάπτυξης, και της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ μπορεί το ελληνικό κράτος να παρέχει άδεια για την υλοποίηση της εκτροπής του Αχελώου εντός περιοχών NATURA 2000 όταν από τη ΜΠΕ του έργου προκύπτει ότι ένα φυσικό ποτάμιο οικοσύστημα θα μετατραπεί σε ανθρπογενές ποτάμιο και λιμναίο οικοσύστημα.
Η απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα εκδοθεί σε δύο περίπου χρόνια όπου και θα ακολουθήσει η οριστική απόφαση του ΣτΕ σύμφωνα με την ερμηνεία που θα γίνει από το ΔΕΚ στα ανωτέρω ερωτήματα.

Πως εξελίσσεται η διαδικασία της προδικαστικής παραπομπής;
1. Στέλνεται η απόφαση της προδικαστικής παραπομπής από το εθνικό δικαστήριο στο ΔΕΚ.
2. Μεταφράζεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.
3. Ανακοινώνονται τα προδικαστικά ερωτήματα στην Ε.Ε.Ε.Κ. σειρά C.
4. Κοινοποιούνται τα προδικαστικά ερωτήματα στους διαδίκους της κύριας δίκης, στα κράτη μέλη, στα κοινοτικά όργανα, στα κράτη του ΕΟΧ και στην Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ.
5. Παρέχεται προθεσμία δύο μηνών στους διαδίκους, τα κράτη-μέλη και τα κοινοτικά όργανα να υποβάλλουν τις γραπτές παρατηρήσεις τους.
6. Ο εισηγητής δικαστής που χρεώνεται την υπόθεση καταρτίζει την προκαταρκτική εξέταση.
7. Γίνεται συνεδρίαση των δικαστών και των γενικών εισαγγελέων που παραπέμπουν την υπόθεση σε δικαστικό σχηματισμό ανάλογα με τη σοβαρότητα.
Οι διαδικασίες από 1-7 συνιστούν την έγγραφη φάση της προδικαστικής παραπομπής. Ακολουθεί η προφορική η οποία περιλαμβάνει:
8. Δημοσιεύεται η έκθεση ακροατηρίου και γίνεται η επ’ ακροατηρίω συζήτηση της δίκης όπου οι υποβάλλοντες γραπτές παρατηρήσεις εκθέτουν τις απόψεις του προφορικώς.
9. Ακλουθούν οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέως.
10. Γίνεται η διάσκεψη των δικαστών.
11. Δημοσιεύεται η απόφαση.
Το Δικαστήριο μπορεί να συνεδριάζει σε ολομέλεια, ως τμήμα μείζονος συνθέσεως (13 δικαστές) ή κατά πενταμελή ή τριμελή τμήματα. Η ολομέλεια συνεδριάζει στις ειδικές περιπτώσεις που προβλέπονται από τον Οργανισμό του Δικαστηρίου και όταν το Δικαστήριο εκτιμά ότι η υπόθεση είναι εξαιρετικής σημασίας. Το Δικαστήριο συνεδριάζει ως τμήμα μείζονος συνθέσεως όταν το ζητήσει κράτος μέλος ή όργανο που είναι διάδικος, καθώς και όταν η υπόθεση είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη ή σημαντική.
Περαιτέρω ενέργειες που θα γίνουν εν αναμονή της απόφασης του ΔΕΚ επί των προδικαστικών ερωτημάτων, όπως ήδη εκτέθηκε ανωτέρω, είναι η κατάθεση νέας αίτησης αναστολής για την παύση των εργασιών που εκτελούνται δυνάμει του ν. 3481/2006. Η αναστολή αυτή, λογικά, θα γίνει δεκτή στα πλαίσια της κοινοτικής αρχής της αποτελεσματικής ένδικης προστασία που επιβάλλει να μπορεί ένα εθνικό δικαστήριο να διατάσσει τα προσωρινά μέτρα που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων που ένας πολίτης αντλεί από το κοινοτικό δίκαιο.
Να υπογραμμίσουμε εδώ ότι αίτηση ακύρωσης και αναστολής θα υποβληθεί και κατά της εκ νέου διεξαχθείσας δημοπρασίας τον Αύγουστο 2009, που αφορά στην κατασκευή τελικής επένδυσης της σήραγγας εκτροπής Αχελώου σε μήκος 12 χμ., όπου μειοδότης ανακηρύχθηκε η ΜΗΧΑΝΙΚΗ Α.Ε..
Επίσης, δεδομένης της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, η σύμβαση που θα υπογραφεί ανάμεσα στο μειοδότη, δηλ. τη ΜΗΧΑΝΙΚΗ Α.Ε. και την αναθέτουσα αρχή, θα περάσει τον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και θα παρέμβουμε και εκεί ως τρίτοι προκειμένου να αποτρέψουμε την υπογραφή της σύμβασης.