«Η κοινωνία σε θέλει να είσαι απλώς ένα φωτοαντίγραφο, ποτέ ένα πρωτότυπο» Όσσο

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Τίποτα δεν πάει χαμένο!!!

Σήμερα τ’ απόγευμα κοίταζα, στιγμές ατέλειωτες, τον κατεβασμένο ξεροπόταμο, την Ερμίτσα!
Στάθηκα πάνω στη γέφυρα, μα δεν ήμουν στο τώρα… ήμουνα πολύ πίσω!
Ενθουσιασμένος έφηβος τότε, συμπορευτής μ’ όλους τους δημοκράτες αγρότες, τους γνήσιους επαναστάτες. Να πρωτοπορούμε, να οργανώνουμε και να παρακινούμε τους αγρότες να βγουν στο δρόμο, να διαδηλώσουν τα δίκια τους!
Λες και δεν πέρασε μια μέρα, λές κι εκείνα τα αιτήματα-συνθήματα πέτρωσαν, έγιναν ξωτικά που μας βασανίζουν.
Δεν έχασαν όμως τη διαχρονικότητά τους, δεν έχασαν την παντοτινή τους αξία.
Ήμουνα στη γέφυρα της Ερμίτσας κι έβλεπα το δικό μου όραμα-φυλαχτό, τη δική μου οπτασία.
Δεκάδες χρόνια πίσω, πάνω στη γέφυρα παρατεταγμένα τα ΜΑΤ. «Απαγορεύεται η διέλευση της γέφυρας, για τους αγρότες-διαδηλωτές και η προώθησή τους στην κεντρική πλατεία του Αγρινίου» (τόπος συγκέντρωσης των απεργών αγροτών).
Σαν ν’ ακούστηκε μια φωνή, μια προσταγή, μέσα στην οχλοβοή. Οι συγκεντρωμένοι παρέκαμψαν τη γέφυρα, μπήκαν μέσα στην κοίτη του ποταμού και έφτασαν στο νερό, λες και πήραν ένα γενικό πρόσταγμα που μόνο αυτοί άκουγαν. Έσκυψαν έβγαλαν τα παπούτσια τους, μάζεψαν τα παντελόνια μέχρι τα γόνατα και …πέρασαν μέσα απ’ το ποτάμι!
Τα ΜΑΤ, με γκλόπς και δακρυγόνα, προσπαθούσαν ν’ αποτρέψουν τη διάβαση!
Δεν ήταν κι εύκολο, γιατί «Ο λαός άμα πάρει ραβαΐσι δεν κρατιέται», που έλεγαν οι παλιοί.
Πέρασαν όσοι μπόρεσαν το ποτάμι κι έφτασαν, χιλιόμετρα πεζοί, στην κεντρική πλατεία του Αγρινίου, διαδηλώνοντας την αντίθεσή τους στην αντιαγροτική πολιτική.
Σαν να μην πέρασε μια μέρα!
Έμεινε ίδιο το σενάριο, μα αλλάζουν οι πρωταγωνιστές!
Τι και τι δε θα μπορούσα να γράψω, συναισθηματικά φορτισμένος…
Ένα μόνο θα πω: Ένας εξαθλιωμένος αγρότης τότε, προσκείμενος στην κυβερνώσα παράταξη, δε συμμετείχε στις αγροτικές κινητοποιήσεις, πιστεύοντας πως εκείνοι οι διαδηλωτές είναι όλοι κομουνιστές κι ότι κάνουν, το κάνουν για να «διασαλεύσουν την έννομη τάξη»!
Έτσι του είπαν κι ο αφελής το ’χαψε.
Τ’ απόγευμα όταν γύρισε ο πατέρας μου απ’ το συλλαλητήριο, ταλαιπωρημένος, μπαρουτοκαπνισμένος, πικραμένος, θυμάμαι, λέει στη μάνα μου να του βάλει κάτι να φάει…αν και δεν είχε όρεξη.
Φτάνει αυτός και με προτεταμένο το χέρι ειρωνικά του λέει: «Δος μου κι εμένα απ’ αυτά που πήρες»!
Ποιος είδε το θεό και δεν φοβήθηκε, ο πατέρας μου έγινε άγριο θηρίο, πετάχτηκε πάνω σαν ελατήριο, του είπε… και τι δεν του είπε!
Ντροπιασμένος εκείνος έφυγε. Μέχρι λίγο πριν φύγει ο πατέρας μου απ’ τη ζωή, εκείνος έρχονταν μετανιωμένος και προσπαθούσε να του ζητήσει συγνώμη…
Ξαφνιάστηκα την πρώτη μέρα του μπλόκου της Ερμίτσας, που ο γιός αυτού που ειρωνεύτηκε τον πατέρα μου, μας επισκέφτηκε…ήταν ανάμεσα στους απεργούς αγρότες!
Ποιος να ’χε τότε άραγε δίκιο;
Κανένας αγώνας δεν είναι μάταιος!!
Τίποτα δεν πάει χαμένο!!!

Δημήτρης Ντόκας