Φρόντισε φίλε μου να μη μεγαλώσεις όπως ο πατέρας σου!
Μεγαλώστε όπως εσείς θέλετε και πράξτε ότι αισθάνεστε!
Μείνετε αιώνια, συνομήλικοι αγωνιστικά, με τον «γνήσιο επαναστάτη», όπως αυτός το κατάφερε, μπορείτε κι εσείς!
Άσε… ο πατέρας και η μάνα σας, μεγάλωσαν συμβιβασμένα!
Φτύστε μας όλους, γι’ αυτόν τον κόσμο που σας παραδώσαμε.
Φταίμε δε φταίμε!
Αν με ρωτήσεις όμως, θα σου πω ποιοί από μας φταίνε.
Εκείνοι που δεν προβληματίστηκαν ποτέ!
Εκείνοι που δεν είχαν την ικανότητα να το κάνουν!
Εκείνοι που αν και την είχαν, αφέθηκαν στα εφήμερα, στην εύκολη ζωή!
Εκείνοι που δεν αντιστάθηκαν τότε, στη διαφαινόμενη μελλούμενη θύελλα!
Εκείνοι που έλεγαν
Ωχ αδερφέ !!
Ώχ και ξερό σου αδερφέ!!!
Πες μου τι έκανες φίλε μου «συμμαθητάρα», για το παιδί σου;
Τι του δίδαξες;
Τι του εμφύσησες;
Τι με τη στάση ζωή σου, του έκανες παράδειγμα, διδαχή, προτροπή, ιδανικό;
Πώς να τ’ αρπάξουμε;
Άρπαξ’ τα τώρα!
Εσύ μετράς τα συντάξιμά σου χρόνια.
Βιάζεσαι να μεγαλώσεις.
Να την αράξεις.
(Λες και μέχρι τώρα, κάτι άλλο έκανες)
Να περάσεις στη απόσυρση, μαζί με τις ενοχές σου, μαζί με τις τύψεις σου.
Και το παιδί σου να βασανίζεται αιώνια, να διεκδικεί καλύτερη «δωρεάν παιδεία», να βολοδέρνει ανάμεσα στα stage και στην ανεργία.
Να υποστέλλει την Ελληνική σημαία απ’ το Πολυτεχνείο, εκείνη που δημιούργησε ο προπροπάππους σου από ένα κομμάτι άσπρο πουκάμισο και άλλο ένα, από ελπίδα λευτεριάς, από καταγάλανο ουρανό το 1821. Εκείνη που ο προπάππους σου ανέμιζε στους Βαλκανικούς πολέμους. Εκείνη που ο παππούς σου στέριωνε στα Αλβανικά βουνά το 1940. Εκείνη που ακολουθούσαν ο Άρης Βελουχιώτης και τ’ ανυπόταχτα παλικάρια της Εθνικής Αντίστασης, μπαίνοντας στην Δομνίστα το 1942, ξεκινώντας τον ένοπλο αγώνα. Μια απ’ τις ηρωικές εκείνες μορφές της αντίστασης, ίσως ήταν ο πατέρας σου.
Εκείνη που έβαψαν με το αίμα τους οι φοιτητές, κάτω απ’ τις ερπύστριες του τανκ το 1973 στο Πολυτεχνείο. Που κάπου σε είδα να την ατενίζεις με συγκίνηση, με δέος και ρίγος, στην επέτειο της ηρωικής εξέγερσης.
Για να μη γίνει αυτό, τι έκανες;
Κρύβεσαι πίσω από ένα σαθρό πολιτικό σύστημα, φορώντας το ηλίθιο χαμογελαστό σου προσωπείο.
Και το παιδί σου, πίσω απ’ τη μαύρη της αγανάκτησης κουκούλα.
Βγάλε το προσωπείο σου, να βγάλει την κουκούλα.
Σε άκουσε χτες στη γιορτή σου, που κόμπαζες μπροστά στον κουμπάρο σου λέγοντας:
« Με πήρε και ο τάδε βουλευτής, να μου πει χρόνια πολλά».
Ξέρεις τι έκανε ο γιός σου στο δωμάτιό του, που κλειδώθηκε… φεύγοντας… τρέχοντας.
Πρόβαρε την κουκούλα που φόρεσε σήμερα!
Έτρεξε όπως έτρεξε και τότες, που σε άκουσε να λες (Σύγχρονη δοξασία του Νεοέλληνα)
«Άσε φίλε για τη δουλειά… (απατεωνιά, η κατά το Νεοελληνικό… λαμογιά) καθαρίζει ο μεγάλος».
Διαπίστωσε στις εκλογές, ότι έκανες αγώνα να εκλέξεις… (τον μεγάλο).
Αν θέλεις να βγάλει ο γιός σου την κουκούλα, βγάλε το ηλίθιό σου προσωπείο!
ΥΓ: Υποκλίνομαι μπροστά στην μεγαλοσύνη, των γνήσιων αγωνιστών της ζωής. Σ’ αυτούς που με τα έργα και τα λόγια τους ήταν, είναι και θα είναι φάροι, στον σύγχρονο, φουρτουνιασμένο, κοινωνικό ωκεανό.
Δημήτρης Ντόκας
Μεγαλώστε όπως εσείς θέλετε και πράξτε ότι αισθάνεστε!
Μείνετε αιώνια, συνομήλικοι αγωνιστικά, με τον «γνήσιο επαναστάτη», όπως αυτός το κατάφερε, μπορείτε κι εσείς!
Άσε… ο πατέρας και η μάνα σας, μεγάλωσαν συμβιβασμένα!
Φτύστε μας όλους, γι’ αυτόν τον κόσμο που σας παραδώσαμε.
Φταίμε δε φταίμε!
Αν με ρωτήσεις όμως, θα σου πω ποιοί από μας φταίνε.
Εκείνοι που δεν προβληματίστηκαν ποτέ!
Εκείνοι που δεν είχαν την ικανότητα να το κάνουν!
Εκείνοι που αν και την είχαν, αφέθηκαν στα εφήμερα, στην εύκολη ζωή!
Εκείνοι που δεν αντιστάθηκαν τότε, στη διαφαινόμενη μελλούμενη θύελλα!
Εκείνοι που έλεγαν
Ωχ αδερφέ !!
Ώχ και ξερό σου αδερφέ!!!
Πες μου τι έκανες φίλε μου «συμμαθητάρα», για το παιδί σου;
Τι του δίδαξες;
Τι του εμφύσησες;
Τι με τη στάση ζωή σου, του έκανες παράδειγμα, διδαχή, προτροπή, ιδανικό;
Πώς να τ’ αρπάξουμε;
Άρπαξ’ τα τώρα!
Εσύ μετράς τα συντάξιμά σου χρόνια.
Βιάζεσαι να μεγαλώσεις.
Να την αράξεις.
(Λες και μέχρι τώρα, κάτι άλλο έκανες)
Να περάσεις στη απόσυρση, μαζί με τις ενοχές σου, μαζί με τις τύψεις σου.
Και το παιδί σου να βασανίζεται αιώνια, να διεκδικεί καλύτερη «δωρεάν παιδεία», να βολοδέρνει ανάμεσα στα stage και στην ανεργία.

Εκείνη που έβαψαν με το αίμα τους οι φοιτητές, κάτω απ’ τις ερπύστριες του τανκ το 1973 στο Πολυτεχνείο. Που κάπου σε είδα να την ατενίζεις με συγκίνηση, με δέος και ρίγος, στην επέτειο της ηρωικής εξέγερσης.
Για να μη γίνει αυτό, τι έκανες;
Κρύβεσαι πίσω από ένα σαθρό πολιτικό σύστημα, φορώντας το ηλίθιο χαμογελαστό σου προσωπείο.
Και το παιδί σου, πίσω απ’ τη μαύρη της αγανάκτησης κουκούλα.
Βγάλε το προσωπείο σου, να βγάλει την κουκούλα.
Σε άκουσε χτες στη γιορτή σου, που κόμπαζες μπροστά στον κουμπάρο σου λέγοντας:
« Με πήρε και ο τάδε βουλευτής, να μου πει χρόνια πολλά».
Ξέρεις τι έκανε ο γιός σου στο δωμάτιό του, που κλειδώθηκε… φεύγοντας… τρέχοντας.
Πρόβαρε την κουκούλα που φόρεσε σήμερα!
Έτρεξε όπως έτρεξε και τότες, που σε άκουσε να λες (Σύγχρονη δοξασία του Νεοέλληνα)
«Άσε φίλε για τη δουλειά… (απατεωνιά, η κατά το Νεοελληνικό… λαμογιά) καθαρίζει ο μεγάλος».
Διαπίστωσε στις εκλογές, ότι έκανες αγώνα να εκλέξεις… (τον μεγάλο).
Αν θέλεις να βγάλει ο γιός σου την κουκούλα, βγάλε το ηλίθιό σου προσωπείο!
ΥΓ: Υποκλίνομαι μπροστά στην μεγαλοσύνη, των γνήσιων αγωνιστών της ζωής. Σ’ αυτούς που με τα έργα και τα λόγια τους ήταν, είναι και θα είναι φάροι, στον σύγχρονο, φουρτουνιασμένο, κοινωνικό ωκεανό.
Δημήτρης Ντόκας