Αιδώς «ταγοί»!
"Ποιος μικροαστικός σεισμός ταρακούνησε ωφελιμιστικά την κρανιακή σας κάψα, ω «πνευματικοί άνθρωποι» αυτής εδώ της πατρίδας, (αν τη θεωρείτε ακόμα πατρίδα την Ελληνίδα Γη) και το βουλώσατε;Ποιος υπαρξιακός πανικός σας πέταξε στην άκρη των γεγονότων, την ώρα ακριβώς που Εσείς, πρώτες και πρώτοι, έπρεπε να μιλήσετε, να εκραγείτε, να ειδοποιήσετε, να οδηγήσετε;...
Ποιος μίζερος λογαριασμός ατομικού μικροσυμφέροντος, άραξε μπροστά απ το χαρτί σας, το τελάρο σας, την κινηματογραφική σας μηχανή, τον υπολογιστή σας, το καμαρίνι σας, το βεστιάριό σας, τα σενάριά σας, τα θεατρικά σας έργα, τα αδημοσίευτα ή δημοσιευμένα σας ποιήματα, τα χίλια μύρια καλλιτεχνικά και πνευματοειδή σας τερτίπια, με τα οποία τόσα χρόνια ισχυρίζεστε ότι παράγετε πολιτισμό;
Που είναι η φωνή σας μωρέ; Πού είναι ο Λόγος σας, γραφτός, προφορικός, έστω κι ένας απλός Λόγος της Τιμής δεν χτύπησε την πόρτα της μαραγκιασμένης σας ψυχής, όπως θα σας έλεγε αν ζούσε ακόμα ο Σεφέρης;
Μια φούχτα άνθρωποι μείναμε μονάχοι μας, δε λέω ονόματα, τα ξέρουν όλοι πια, μια φούχτα κλαρίτες ξεμείναμε, με την κάπα μας κρεμασμένη στην αλυγαριά, να σύρουμε φωνή.
Κι εσείς, κουτσομπολεύετε στα εκδοτικά σας καφενεδάκια, στα κοσμικά σας μπαράκια, στους διαδρόμους των εφημερίδων με τα κυριακάτικα «ένθετα Τέχνης και Πολιτισμού», τα λέτε τηλεφωνικά από σπίτι σε σπίτι και χαζογελάτε..
Ότι εμείς οι πέντε-έξη, πάει πια, «καήκαμε» στο «καινούριο» ΔουΝουΤουΕλλαδιστάν, δεν θάχουμε προφανώς στον ήλιο μοίρα, έτσι δε λέτε;
Και σερνόσαστε στην θλιβερή μιζέρια σας και τολμάτε ακόμα να κυκλοφορείτε ανάμεσά μας;
Το ξέρετε πως μόλις περάσει η πρώτη μπόρα του πολιτικού γιαουρτιού, η επόμενη ομάδα που θα μαζέψει τη ροχάλα της αγανακτισμένης, προδομένης και εξαγριωμένης νεολαίας, θα είσαστε εσείς;
Νομίζετε ότι επειδή οι περισσότερες κι οι περισσότεροι δεν έχετε μούρη, θα μείνετε απέξω; Και ξέρετε και κάτι άλλο; Μπορεί ο σημερινός πολιτικός, έτσι που ξεφτίλισε την πατρίδα και βιάζεται να χώσει κάποιον σαν κι αυτόν μέσα, (μήπως και απορροφήσει τους κραδασμούς και σταματήσει τη χιονοστιβάδα), να το αντέχει το γιαουρτάκι του, εσείς όμως είσαστε άμαθες και άμαθοι από τέτοια δροσερά μεν αλλά βάρβαρα παιδικά παιχνίδια και η κατάντια σας θα γεμίσει με πελατεία τους ψυχίατρους, έτσι που κρυφτήκατε στα λαγούμια του σέχταρ σας..
Πώς τολμάτε και αποπειράστε ακόμα να δημιουργείτε, αν αυτό το ρήμα είναι πλέον ικανό να φιλοξενήσει τον πανικόβλητο φιλοτομαρισμό σας;
Για ποιους παράγετε πολιτισμό; Ποιος να σας πλησιάσει, τι να σας κάνουμε, τι να μας πείτε, αφού το πρώτο απ όλα που έπρεπε να πείτε, ένα ΟΧΙ απέναντι στη Νέα ΄Αλωση που επιχειρείται, δεν τολμήσατε να το ξεστομίσετε;
Είσαστε Ανάξιοι της Πατρίδας!
Ή να βγείτε με ομαδικές διαμαρτυρίες, με ψηφίσματα, με προσωπικές παρουσίες, με δυνατή κραυγή αντιστασιακής βαθμολογίας, να δηλώσετε παρούσες και παρόντες, ή να κρυφτείτε ακόμα πιο βαθειά στον υπόνομο της δειλής σας προσωπικής τραγωδίας, περιμένοντας τις «εξελίξεις»!
Περιμένοντας να κατακαθίσουν τα πράγματα και να ξαναβγείτε σαν τα σαλιγκάρια μετά απ τη βροχή να γλύψετε τους καινούριους «άρχοντες», όποιοι και νάναι, Έλληνες προδότες, ή εισαγόμενοι «διαιτητές»,δεν σας νοιάζει, αρκεί να προσκυνήσετε τον επόμενο «αυθέντη».
Για τίποτε επιχορηγήσεις, για κανένα πρόγραμμα απ τις Ευρώπες, για κάνα μηχανισμό ψευτοπροβολής από κάποιο δήθεν Υπουργείο Πολιτισμού του Πολυπολιτισμικού Πολίτη, που θα στηθεί για ξεκάρφωμα, στην καινούρια «ελλαδίτσα» που μαγειρεύουν, τα τομάρια της παγκόσμιας συμμορίας.
Με ενοχλεί που τα ξέρατε όλα, που κανείς δεν σας έπιασε στον ύπνο, που είχατε τις πληροφορίες εδώ και αρκετά χρόνια και κάνατε όλες και όλοι το κορόιδο!
Με τρομάζει ότι πέρασε ο Σικελιανός από την πόρτα της ψυχής σας, τραντάζοντας το πνευματικό σας σεράι με το «Ηχήστε σάλπιγγες» και τον κλείσατε απέξω!
Την παλιά εκείνη ταινία με τη δήλωση του Σεφέρη και τη σιωπηλή κηδεία του, την πετάξατε στο τζάκι σας να καεί μαζί με τα παραμύθια-φούμαρα που ταΐσατε τη γενιά μου και τις επόμενες, για «πνευματική άνοιξη», για «λόγο ελληνικό», για «πολιτισμική επανάσταση και δράση».
Τους χιλιάδες άγνωστους ήρωες νεκρούς ποιητές των αγώνων της ιστορίας αυτής της χώρας, τι τους κάνατε; Πήγατε και κατουρήσατε στους τάφους τους, με τη βρώμικη υστερία του πανικού σας, δειλές και δειλοί!
Υπάρχουν ξέρετε, δύο τρόποι που φεύγει απ’ αυτή τη ζωή ένας άνθρωπος: Ή με την τελευταία του πνοή, ή με την τελευταία του πορδή. Εσείς, αυτές τις ιερά δύσκολες μέρες που περνάει η πατρίδα μου, βγάλατε οριστικά εισιτήριο για να αναχωρήσετε με τον δεύτερο τρόπο.
Όσες και όσοι δεν βγαίνετε να κατατεθείτε επώνυμα, υπεύθυνα και δημόσια, γι αυτό που συμβαίνει στον τόπο μας, είσαστε Ανάξιοι της Ελλάδας.
Αιδώς «ταγοί».."
Ποιος μίζερος λογαριασμός ατομικού μικροσυμφέροντος, άραξε μπροστά απ το χαρτί σας, το τελάρο σας, την κινηματογραφική σας μηχανή, τον υπολογιστή σας, το καμαρίνι σας, το βεστιάριό σας, τα σενάριά σας, τα θεατρικά σας έργα, τα αδημοσίευτα ή δημοσιευμένα σας ποιήματα, τα χίλια μύρια καλλιτεχνικά και πνευματοειδή σας τερτίπια, με τα οποία τόσα χρόνια ισχυρίζεστε ότι παράγετε πολιτισμό;
Που είναι η φωνή σας μωρέ; Πού είναι ο Λόγος σας, γραφτός, προφορικός, έστω κι ένας απλός Λόγος της Τιμής δεν χτύπησε την πόρτα της μαραγκιασμένης σας ψυχής, όπως θα σας έλεγε αν ζούσε ακόμα ο Σεφέρης;
Μια φούχτα άνθρωποι μείναμε μονάχοι μας, δε λέω ονόματα, τα ξέρουν όλοι πια, μια φούχτα κλαρίτες ξεμείναμε, με την κάπα μας κρεμασμένη στην αλυγαριά, να σύρουμε φωνή.
Κι εσείς, κουτσομπολεύετε στα εκδοτικά σας καφενεδάκια, στα κοσμικά σας μπαράκια, στους διαδρόμους των εφημερίδων με τα κυριακάτικα «ένθετα Τέχνης και Πολιτισμού», τα λέτε τηλεφωνικά από σπίτι σε σπίτι και χαζογελάτε..
Ότι εμείς οι πέντε-έξη, πάει πια, «καήκαμε» στο «καινούριο» ΔουΝουΤουΕλλαδιστάν, δεν θάχουμε προφανώς στον ήλιο μοίρα, έτσι δε λέτε;
Και σερνόσαστε στην θλιβερή μιζέρια σας και τολμάτε ακόμα να κυκλοφορείτε ανάμεσά μας;
Το ξέρετε πως μόλις περάσει η πρώτη μπόρα του πολιτικού γιαουρτιού, η επόμενη ομάδα που θα μαζέψει τη ροχάλα της αγανακτισμένης, προδομένης και εξαγριωμένης νεολαίας, θα είσαστε εσείς;
Νομίζετε ότι επειδή οι περισσότερες κι οι περισσότεροι δεν έχετε μούρη, θα μείνετε απέξω; Και ξέρετε και κάτι άλλο; Μπορεί ο σημερινός πολιτικός, έτσι που ξεφτίλισε την πατρίδα και βιάζεται να χώσει κάποιον σαν κι αυτόν μέσα, (μήπως και απορροφήσει τους κραδασμούς και σταματήσει τη χιονοστιβάδα), να το αντέχει το γιαουρτάκι του, εσείς όμως είσαστε άμαθες και άμαθοι από τέτοια δροσερά μεν αλλά βάρβαρα παιδικά παιχνίδια και η κατάντια σας θα γεμίσει με πελατεία τους ψυχίατρους, έτσι που κρυφτήκατε στα λαγούμια του σέχταρ σας..
Πώς τολμάτε και αποπειράστε ακόμα να δημιουργείτε, αν αυτό το ρήμα είναι πλέον ικανό να φιλοξενήσει τον πανικόβλητο φιλοτομαρισμό σας;
Για ποιους παράγετε πολιτισμό; Ποιος να σας πλησιάσει, τι να σας κάνουμε, τι να μας πείτε, αφού το πρώτο απ όλα που έπρεπε να πείτε, ένα ΟΧΙ απέναντι στη Νέα ΄Αλωση που επιχειρείται, δεν τολμήσατε να το ξεστομίσετε;
Είσαστε Ανάξιοι της Πατρίδας!
Ή να βγείτε με ομαδικές διαμαρτυρίες, με ψηφίσματα, με προσωπικές παρουσίες, με δυνατή κραυγή αντιστασιακής βαθμολογίας, να δηλώσετε παρούσες και παρόντες, ή να κρυφτείτε ακόμα πιο βαθειά στον υπόνομο της δειλής σας προσωπικής τραγωδίας, περιμένοντας τις «εξελίξεις»!
Περιμένοντας να κατακαθίσουν τα πράγματα και να ξαναβγείτε σαν τα σαλιγκάρια μετά απ τη βροχή να γλύψετε τους καινούριους «άρχοντες», όποιοι και νάναι, Έλληνες προδότες, ή εισαγόμενοι «διαιτητές»,δεν σας νοιάζει, αρκεί να προσκυνήσετε τον επόμενο «αυθέντη».
Για τίποτε επιχορηγήσεις, για κανένα πρόγραμμα απ τις Ευρώπες, για κάνα μηχανισμό ψευτοπροβολής από κάποιο δήθεν Υπουργείο Πολιτισμού του Πολυπολιτισμικού Πολίτη, που θα στηθεί για ξεκάρφωμα, στην καινούρια «ελλαδίτσα» που μαγειρεύουν, τα τομάρια της παγκόσμιας συμμορίας.
Με ενοχλεί που τα ξέρατε όλα, που κανείς δεν σας έπιασε στον ύπνο, που είχατε τις πληροφορίες εδώ και αρκετά χρόνια και κάνατε όλες και όλοι το κορόιδο!
Με τρομάζει ότι πέρασε ο Σικελιανός από την πόρτα της ψυχής σας, τραντάζοντας το πνευματικό σας σεράι με το «Ηχήστε σάλπιγγες» και τον κλείσατε απέξω!
Την παλιά εκείνη ταινία με τη δήλωση του Σεφέρη και τη σιωπηλή κηδεία του, την πετάξατε στο τζάκι σας να καεί μαζί με τα παραμύθια-φούμαρα που ταΐσατε τη γενιά μου και τις επόμενες, για «πνευματική άνοιξη», για «λόγο ελληνικό», για «πολιτισμική επανάσταση και δράση».
Τους χιλιάδες άγνωστους ήρωες νεκρούς ποιητές των αγώνων της ιστορίας αυτής της χώρας, τι τους κάνατε; Πήγατε και κατουρήσατε στους τάφους τους, με τη βρώμικη υστερία του πανικού σας, δειλές και δειλοί!
Υπάρχουν ξέρετε, δύο τρόποι που φεύγει απ’ αυτή τη ζωή ένας άνθρωπος: Ή με την τελευταία του πνοή, ή με την τελευταία του πορδή. Εσείς, αυτές τις ιερά δύσκολες μέρες που περνάει η πατρίδα μου, βγάλατε οριστικά εισιτήριο για να αναχωρήσετε με τον δεύτερο τρόπο.
Όσες και όσοι δεν βγαίνετε να κατατεθείτε επώνυμα, υπεύθυνα και δημόσια, γι αυτό που συμβαίνει στον τόπο μας, είσαστε Ανάξιοι της Ελλάδας.
Αιδώς «ταγοί».."
«ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑ»: Ήξερα και… δε θα γίνονταν αλλιώς, να μην ακουστεί μια ξεκάθαρη, γάργαρη και αναμφισβήτητα γνήσια φωνή!
Ήξερα πως «οι δικοί μου άνθρωποι», τώρα σε τούτες τις δύσκολες ώρες, δε θα τους επέτρεπε η συνείδησή τους να σιωπήσουν!!!
Ήξερα την δική σου κραυγή, αγαπητέ ομότεχνε Δημήτρη Ιατρόπουλε!!!
Το «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» είναι ένα ποίημα του Δημήτρη Ιατρόπουλου!
Μ’ αυτό αποχαιρέτησε…τον Γιώργο Ζωγράφο!
Το «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» του ΓΙΩΡΓΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ:
Λοιπόν, ξανάρθα!
Με ενοχλούσαν σ΄ όλο το δρόμο,
οι μορφές οι νέες, τα σχήματα τα άγνωστα,
τα άγνωρα μιας αλλαγής τεμάχια.
Παλιές σκιές κι αγαπημένες,
περνοδιαβαίνετε πάντα σ’ αυτούς τους ογρούς τοίχους,
πάντα οι διάδρομοι του Αρχοντικού μου εκεί;
Ξέρετε Κύριε, έχω αφήσει έναν αδελφό εκεί,
δώδεκα χρονών, που δεν έπαψε να είναι άλλο
από δώδεκα χρονών.
Και, κλαίνε σε περιπτώσεις τέτοιες.
Κλαίνε για τα φύλλα που δανείζουν στην αυλή οι λεμονιές
μονάχα για ένα χειμώνα.
Για τις λεμονιές, κλαίνε..
Λοιπόν, ξανάρθα..
Αυτό το καλντερίμι είναι δικό μου.
Κι όμως, απαντάει μονότονα στο βήμα,
δεν αλλάζει, δεν διαμαρτύρεται.
Κι η επιγραφή σας Κύριε, που εξακοντίζει
χειροπέδες μέσα ‘σ έναν Οκτώβριο
όλον βροχή και καταισχύνη:
«Πωλείται». ΄Άσε καλέ μου στην αυλή
να ψάξω για τον αδελφό μου.
«Πωλείται». Κι εγώ, τα πούλησα όλα Κύριε:
Τα δάκρυά μου στην απαντοχή, τη μορφή μου
στο χρόνο, και ξανάρθα. ΄Όλα τα πούλησα
εκτός από τις αναμνήσεις και τα σύννεφα.
Μια τελευταία ερώτηση: Μήπως, επειδή έχω κι εγώ
δυο σύννεφα στο μέρος των ματιών;
Είναι αλυκές. Κάποτε, κυλούσαν εκεί, δάκρυα.
Για μας, έχει άραγε τόπο, Κύριε;
«Πωλείται».
Καλέ μου άνθρωπε, τι μένει να πουλήσουμε πια;
«Πωλείται»..
Γιώργο Ζωγράφε, τι μένει να πουλήσουμε πια;
Τι μένει να πουλήσουμε πια, Γιώργο μου;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Μ’ αυτό πήρε το ποιητικό διαβατήριο, για να εισέλθει στην «πατρίδα», του όμορφου συναισθηματικού μας κόσμου!
Αυτό που εμείς το ξέρουμε, με την σπαρακτική απαγγελία του αξέχαστου, αδικοχαμένου φίλου… του Γιώργου Ζωγράφου!!!
Μεγάλες στιγμές και απερίγραπτες, στην «ΑΠΑΝΕΜΙΑ» Θόλου 4 και στις «ΕΣΠΕΡΙΔΕΣ» θόλου 6 στην Πλάκα!
Εκεί συχνά ο Γιώργος Ζωγράφος απήγγειλε, με τη μοναδική του ερμηνεία, το ποίημα του Δ. Ιατρόπουλου με τίτλο «Προς μεσίτην επιστολή», η όπως αλλιώς είναι γνωστό «Πωλείται»!
Ο μεγάλος κοινός μας φίλος, με την μαυροντυμένη παρουσία του, ποιός άραγε μπορούσε να αντιληφθεί, να συλλογιστεί την ενδυματολογική επιλογή του Γιώργου Ζωγράφου και να εξηγήσει τη σημειολογία της !
Εγώ όμως, μέσα απ’ το λυγμό μου, μπορώ να βρω λόγια και να ιστορήσω αυτά που βίωσα…
Ο Γιώργος υπήρξε ένας βασανισμένος, αιώνια πικραμένος, ευαίσθητός, ρομαντικός, μεγαλειώδης ΑΝΘΡΩΠΟΣ!
Τραγουδούσε στην «ΑΠΑΝΕΜΙΑ» ένα καινούργιο τραγούδι!
Δεν είχε μάθει καλά τα λόγια και κάθε βράδυ, πριν να το τραγουδήσει, έβγαζε απ’ την αριστερή τσέπη του σακακιού του ένα χαρτί με τους στίχους, έριχνε μια ματιά! Και το τραγουδούσε!
Είχα παρατηρήσει την συνήθειά του κι ένα βράδυ πριν να κάνει την συνηθισμένη κίνηση … του φώναξα:
«Γιώργο απαγορεύονται τα σκονάκια»!
Το τι έγινε δεν περιγράφεται, απ’ την καλοπροαίρετη παρέμβαση-διακοπή μου!
Χαμογέλασε κι ο ίδιος, με μια συγκατάνευση παραδοχής και απέδωσε το τραγούδι!
Πέρασαν μέρες…
Δεν είχε μάθει ακόμα τα λόγια, έψαξε με το μελαγχολικό βλέμμα του και με βρήκε ανάμεσα στους θαμώνες.
«Απαγορεύονται τα σκονάκια» μου λέει, αλλά εγώ θα τα ξαναχρησιμοποιήσω, έβαλε το χέρι του στη τσέπη του σακακιού του, έβγαλε το χαρτί, έριξε μια ματιά στα λόγια, να τα θυμηθεί και ξαναερμήνευσε, ανάμεσα σε ενθουσιώδη επιφωνήματα και απ’ όλους μας και χειροκροτήματα, με το δικό του τρόπο το τραγούδι!
Όταν έφτανε η στιγμή να ερμηνεύσει το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι»! μ’ έψαχνε πολλές φορές ανάμεσα στον κόσμο και μου έκανε νεύμα να σηκωθώ! Να σηκωθώ και να το χορέψω κι εγώ…με το δικό μου τρόπο συμπλήρωνα τα μυσταγωγικά χρώματα της βραδιάς με την χορευτική μου συμμετοχή!
Όταν έδειξα κάποιους στίχους μου στο Γιώργο, με πήρε στη κυριολεξία στα χέρια …μου έδειξε μια εσωτερική σκάλα στην ΑΠΑΝΕΜΙΑ!!!
Που αν και για αρκετά χρόνια φοιτούσα στο μεγάλο σχολειό των μπουάτ, δεν ήξερα πως υπήρχε!
Κατεβήκαμε τα σκαλιά, νωρίς πριν την πρώτη… και τη δεύτερη παράσταση! Να τα πούμε…
Δημήτρη αυτά τα λόγια πάνε στη φωνή του τάδε και της τάδε μου είπε… κι εγώ μένω σύξυλος, μετέωρος, δε φανταζόμουνα ποτέ πως τούτα τα ταπεινά μου λόγια …μπορούσαν να γίνουν τραγούδια!
Πως ο αγαπημένος μου Γιώργος Ζωγράφος θα έκανε μπροστά στα μάτια μου την ευγενική του καλλιτεχνική υποχώρηση, ν’ ανοίξει δρόμους σ’ άλλους…που μπορούσαν να «τα αποδώσουν καλύτερα» όπως μου είπε!
Αυτό είναι το ήθος των ανθρώπων που αγκάλιασα και μ’ αγκάλιασαν!
Είμαι περήφανος και αιώνια συγκινημένος για την «ασίμωτη μοίρα που με θώπευσε»!
Και πολλαπλά απόψε για την ηχηρή παρέμβαση του Δημήτρη Ιατρόπουλου!
Δείτε κι εγώ τι είχα γράψει σε προγενέστερο χρόνο για τους «Πνευματικούς μας ανθρώπους»:
Ήξερα πως «οι δικοί μου άνθρωποι», τώρα σε τούτες τις δύσκολες ώρες, δε θα τους επέτρεπε η συνείδησή τους να σιωπήσουν!!!
Ήξερα την δική σου κραυγή, αγαπητέ ομότεχνε Δημήτρη Ιατρόπουλε!!!
Το «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» είναι ένα ποίημα του Δημήτρη Ιατρόπουλου!
Μ’ αυτό αποχαιρέτησε…τον Γιώργο Ζωγράφο!
Το «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» του ΓΙΩΡΓΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ:
Λοιπόν, ξανάρθα!
Με ενοχλούσαν σ΄ όλο το δρόμο,
οι μορφές οι νέες, τα σχήματα τα άγνωστα,
τα άγνωρα μιας αλλαγής τεμάχια.
Παλιές σκιές κι αγαπημένες,
περνοδιαβαίνετε πάντα σ’ αυτούς τους ογρούς τοίχους,
πάντα οι διάδρομοι του Αρχοντικού μου εκεί;
Ξέρετε Κύριε, έχω αφήσει έναν αδελφό εκεί,
δώδεκα χρονών, που δεν έπαψε να είναι άλλο
από δώδεκα χρονών.
Και, κλαίνε σε περιπτώσεις τέτοιες.
Κλαίνε για τα φύλλα που δανείζουν στην αυλή οι λεμονιές
μονάχα για ένα χειμώνα.
Για τις λεμονιές, κλαίνε..
Λοιπόν, ξανάρθα..
Αυτό το καλντερίμι είναι δικό μου.
Κι όμως, απαντάει μονότονα στο βήμα,
δεν αλλάζει, δεν διαμαρτύρεται.
Κι η επιγραφή σας Κύριε, που εξακοντίζει
χειροπέδες μέσα ‘σ έναν Οκτώβριο
όλον βροχή και καταισχύνη:
«Πωλείται». ΄Άσε καλέ μου στην αυλή
να ψάξω για τον αδελφό μου.
«Πωλείται». Κι εγώ, τα πούλησα όλα Κύριε:
Τα δάκρυά μου στην απαντοχή, τη μορφή μου
στο χρόνο, και ξανάρθα. ΄Όλα τα πούλησα
εκτός από τις αναμνήσεις και τα σύννεφα.
Μια τελευταία ερώτηση: Μήπως, επειδή έχω κι εγώ
δυο σύννεφα στο μέρος των ματιών;
Είναι αλυκές. Κάποτε, κυλούσαν εκεί, δάκρυα.
Για μας, έχει άραγε τόπο, Κύριε;
«Πωλείται».
Καλέ μου άνθρωπε, τι μένει να πουλήσουμε πια;
«Πωλείται»..
Γιώργο Ζωγράφε, τι μένει να πουλήσουμε πια;
Τι μένει να πουλήσουμε πια, Γιώργο μου;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Μ’ αυτό πήρε το ποιητικό διαβατήριο, για να εισέλθει στην «πατρίδα», του όμορφου συναισθηματικού μας κόσμου!
Αυτό που εμείς το ξέρουμε, με την σπαρακτική απαγγελία του αξέχαστου, αδικοχαμένου φίλου… του Γιώργου Ζωγράφου!!!
Μεγάλες στιγμές και απερίγραπτες, στην «ΑΠΑΝΕΜΙΑ» Θόλου 4 και στις «ΕΣΠΕΡΙΔΕΣ» θόλου 6 στην Πλάκα!
Εκεί συχνά ο Γιώργος Ζωγράφος απήγγειλε, με τη μοναδική του ερμηνεία, το ποίημα του Δ. Ιατρόπουλου με τίτλο «Προς μεσίτην επιστολή», η όπως αλλιώς είναι γνωστό «Πωλείται»!
Ο μεγάλος κοινός μας φίλος, με την μαυροντυμένη παρουσία του, ποιός άραγε μπορούσε να αντιληφθεί, να συλλογιστεί την ενδυματολογική επιλογή του Γιώργου Ζωγράφου και να εξηγήσει τη σημειολογία της !
Εγώ όμως, μέσα απ’ το λυγμό μου, μπορώ να βρω λόγια και να ιστορήσω αυτά που βίωσα…
Ο Γιώργος υπήρξε ένας βασανισμένος, αιώνια πικραμένος, ευαίσθητός, ρομαντικός, μεγαλειώδης ΑΝΘΡΩΠΟΣ!
Τραγουδούσε στην «ΑΠΑΝΕΜΙΑ» ένα καινούργιο τραγούδι!
Δεν είχε μάθει καλά τα λόγια και κάθε βράδυ, πριν να το τραγουδήσει, έβγαζε απ’ την αριστερή τσέπη του σακακιού του ένα χαρτί με τους στίχους, έριχνε μια ματιά! Και το τραγουδούσε!
Είχα παρατηρήσει την συνήθειά του κι ένα βράδυ πριν να κάνει την συνηθισμένη κίνηση … του φώναξα:
«Γιώργο απαγορεύονται τα σκονάκια»!
Το τι έγινε δεν περιγράφεται, απ’ την καλοπροαίρετη παρέμβαση-διακοπή μου!
Χαμογέλασε κι ο ίδιος, με μια συγκατάνευση παραδοχής και απέδωσε το τραγούδι!
Πέρασαν μέρες…
Δεν είχε μάθει ακόμα τα λόγια, έψαξε με το μελαγχολικό βλέμμα του και με βρήκε ανάμεσα στους θαμώνες.
«Απαγορεύονται τα σκονάκια» μου λέει, αλλά εγώ θα τα ξαναχρησιμοποιήσω, έβαλε το χέρι του στη τσέπη του σακακιού του, έβγαλε το χαρτί, έριξε μια ματιά στα λόγια, να τα θυμηθεί και ξαναερμήνευσε, ανάμεσα σε ενθουσιώδη επιφωνήματα και απ’ όλους μας και χειροκροτήματα, με το δικό του τρόπο το τραγούδι!
Όταν έφτανε η στιγμή να ερμηνεύσει το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι»! μ’ έψαχνε πολλές φορές ανάμεσα στον κόσμο και μου έκανε νεύμα να σηκωθώ! Να σηκωθώ και να το χορέψω κι εγώ…με το δικό μου τρόπο συμπλήρωνα τα μυσταγωγικά χρώματα της βραδιάς με την χορευτική μου συμμετοχή!
Όταν έδειξα κάποιους στίχους μου στο Γιώργο, με πήρε στη κυριολεξία στα χέρια …μου έδειξε μια εσωτερική σκάλα στην ΑΠΑΝΕΜΙΑ!!!
Που αν και για αρκετά χρόνια φοιτούσα στο μεγάλο σχολειό των μπουάτ, δεν ήξερα πως υπήρχε!
Κατεβήκαμε τα σκαλιά, νωρίς πριν την πρώτη… και τη δεύτερη παράσταση! Να τα πούμε…
Δημήτρη αυτά τα λόγια πάνε στη φωνή του τάδε και της τάδε μου είπε… κι εγώ μένω σύξυλος, μετέωρος, δε φανταζόμουνα ποτέ πως τούτα τα ταπεινά μου λόγια …μπορούσαν να γίνουν τραγούδια!
Πως ο αγαπημένος μου Γιώργος Ζωγράφος θα έκανε μπροστά στα μάτια μου την ευγενική του καλλιτεχνική υποχώρηση, ν’ ανοίξει δρόμους σ’ άλλους…που μπορούσαν να «τα αποδώσουν καλύτερα» όπως μου είπε!
Αυτό είναι το ήθος των ανθρώπων που αγκάλιασα και μ’ αγκάλιασαν!
Είμαι περήφανος και αιώνια συγκινημένος για την «ασίμωτη μοίρα που με θώπευσε»!
Και πολλαπλά απόψε για την ηχηρή παρέμβαση του Δημήτρη Ιατρόπουλου!
Δείτε κι εγώ τι είχα γράψει σε προγενέστερο χρόνο για τους «Πνευματικούς μας ανθρώπους»:
Δευτέρα, 25 Ιανουαρίου 2010
Αγαπητέ πνευματικέ άνθρωπε!
«Εμείς που πήραμε, την έγνοια μονοκιάλι
Κι αλλάξαμε της μοναξιάς, νωρίς, σταθμούς
Στο σταυροδρόμι της ζωής, βγήκαμε πάλι
Να δούμε ξάστερους, απόψε, ουρανούς».
Δημήτρης Ντόκας