Γράφει
ο Νικόλαος Σ. Σιάμος
ΑΝΕΡΓΙΑ:
Από δικαίωμα και αγαθό, αιμορροούσα πληγή για την ελληνική κοινωνία
«Έργον δ’ ουδέν όνειδος, αεργίη δε τ’ όνειδος».
(Ησίοδος: «Έργα και Ημέραι»)
Αν για τον άνθρωπο της ηρωικής εποχής η αεργία αποτελούσε όνειδος, παναπεί ντροπή μεγάλη, στις μέρες μας και με την ύφεση στην οικονομία να πλησιάζει το 10% η ανεργία αποτελεί αιμορροούσα πληγή για την ελληνική κοινωνία. Εάν δε ο αριθμός των ανέργων συνεχίσει να αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό, ουδείς μπορεί να προβλέψει τις επιπτώσεις οπού αυτή θα έχει για την συνοχή της.
Η εργασία (και όχι η δουλειά, διότι παράγεται εκ του ρήματος έρδω: εργάζομαι, πράττω, εκτελώ), αποτελεί συνειδητή ανθρώπινη πράξη· η οποία, διά της μετατροπής άψυχου ή έμψυχου υλικού σε μορφή, ή σε περιεχόμενο διαφορετικό από εκείνο στο οποίο ευρίσκεται, έχει ως σκοπό την παραγωγή συγκεκριμένου έργου.
Τίποτα στη ζωή δεν προσφέρεται ακόπως. Ακόμα και οι πρωτόγονοι του Αμαζονίου, οι οποίοι πορίζονται τα δέοντα εκ της φύσεως, χρειάζεται να σκάψουν για τις ρίζες, να σκαρφαλώσουν για τους καρπούς, να βραχούν για το ψάρι, να κινδυνέψουν για το θήραμα: «εργατεύοντι δε τοι μεν πόνοι τα αγαθά τοις ανθρώποις», τα μεν αγαθά τα παρέχουν στους ανθρώπους οι κόποι, έλεγε ο Ιππόδαμος ο Πυθαγόρειος.[i]
Ο κάθε εργαζόμενος, εναποθέτοντας το δικό του λιθαράκι στο πολιτιστικό οικοδόμημα, συμβάλλει, με τον τρόπο του, στη δημιουργία του οικοδομήματος οπού λέγεται πολιτισμός· καθότι ο πολιτισμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά η συνισταμένη πολλών επί μέρους ατομικών και συλλογικών δραστηριοτήτων.
Διά της εργασίας ο άνθρωπος, εκτός του ότι ικανοποιεί τις οικονομικές του ανάγκες και λύνει το μέγα πρόβλημα του βιοπορισμού, αποκτά προσωπικό κύρος. Αντιθέτως, η ανεργία τον προσβάλλει· του καταρρακώνει την προσωπικότητα. Όταν δε πρόκειται για νέο, του συντρίβει τα όνειρα, τα οποία έχει κάνει για τη ζωή, και του αφαιρεί κάθε διάθεση για ενεργό συμμετοχή στο κοινωνικό «γίγνεσθαι». Ο Μιχ. Θ. Παπαθεοδοσίου υποστηρίζει ότι: «η ανεργία των νέων ενισχύει την εμφάνιση φαινομένων περιθωριοποίησης…».[ii] Τα γεγονότα, τα οποία έλαβαν χώρα στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2008, τον επιβεβαιώνουν.
Όταν πρόκειται για ενήλικο, ο οποίος βρίσκεται κοντά στη σύνταξη, η ανεργία απαξιώνει την έως τότε προσφορά του στην κοινωνία. Ο άνεργος αυτής της ηλικίας νιώθει άχρηστος· αισθάνεται ότι τον χρησιμοποίησαν και ύστερα τον πέταξαν σαν στυμμένη λεμονόκουπα.
Τίποτα πιο απαξιωτικό και πιο ταπεινωτικό για τον άνθρωπο από το «Ταμείο Ανεργίας», ολίγον προ της συνταξιοδοτήσεως.
Η εργασία, συν τοις άλλοις, αποτελεί για τον πολίτη, αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητάς του. Κριτήριο κοινωνικής ισχύος και ένταξης στις επί μέρους κοινωνικές ομάδες. Ηθική αξιολόγηση ενός εκάστου εξ ημών, από το κοινωνικό σύνολο.
Η εργασία, κατά το σύνταγμα, αποτελεί δικαίωμα κάθε ενεργού πολίτη. Ταυτοχρόνως, είναι και καθήκον· από το οποίο δεν πρέπει να αποστασιοποιείται, επιστρατεύοντας τεχνάσματα και επικαλούμενος προφάσεις (λόγους υγείας, ψεύτικη αναπηρία κ.ά.).
Η εργασία αποτελεί κοινωνικό αγαθό και αξία καθαυτή, στα οποία δικαιούνται πρόσβαση άπαντες οι προς αυτό ικανοί πολίτες. Επομένως, η στέρησή τους, καταστρατηγεί και το σύνταγμα.
Βεβαίως, αναφαίρετο είναι και το δικαίωμα στην τεμπελιά· αρκεί ο περί ου ο λόγος να μην προμηθεύεται τα προς το ζην, από την εκμετάλλευση συνανθρώπων του και από παράνομες πράξεις. «Ας είμαστε τεμπέληδες σε όλα, εκτός απ’ τον έρωτα, το πιοτό και την τεμπελιά», έλεγε ο Λέσσινγκ. [iii]
Αυτό το ήξεραν οι αρχαίοι Έλληνες, διό και θεωρούσαν «βάναυση» κάθε χειρωνακτική εργασία.
Η τεμπελιά –ή καλύτερα, η σχόλη- ήταν εκείνη που γέννησε τη φιλοσοφία, τη ρητορική και τη δημοκρατία. Αν ο καθένας κοίταζε τη δουλειά του, ποιοι θα συγκεντρώνονταν υπό την Πνύκα και από ποιους θα συναποτελούνταν η εκκλησία του δήμου; Ποιος θα περιδιάβαινε συζητώντας την αγορά; Ποιος θα σμίλευε το μάρμαρο; Ποιος θα συνέγραφε τραγωδίες και κωμωδίες;
«Όσο περισσότερο θα δουλεύουν οι άνθρωποί μου, τόσο λιγότερα ελαττώματα θα έχουν», έλεγε ο Ναπολέων,[iv] έχοντας υπόψη του τα ελαττώματα του αθηναϊκού δήμου.
Εν προκειμένω, η εργασία γίνεται επί σκοπώ: Να στερήσει από τον πολίτη τον ελεύθερο χρόνο· και ελεύθερος χρόνος σημαίνει αναλογίζομαι: Τι είχα, τι έχασα, τι έχω και τι μου πρέπει.
Λέγεται ότι ο τύραννος της Κορίνθου, Περίανδρος, και προκειμένου να έχει το κεφάλι του ήσυχο, φρόντιζε να είναι πάντα απασχολημένοι οι Κορίνθιοι. Σήμερα, τη συνταγή του την εφαρμόζουν ο στρατός και τα μοναστήρια.–