«Η κοινωνία σε θέλει να είσαι απλώς ένα φωτοαντίγραφο, ποτέ ένα πρωτότυπο» Όσσο

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Ήταν ο Μπαγιαντέρας!!


Γράφει ο Δημήτρης Ντόκας
 
 Ήταν χειμώνας αρχές της δεκαετίας του '80!
Σαν τώρα, παραμονές γιορτών, σαν τέτοια εποχή!!
Μια παρέα 5-6 άτομα, εικοσάχρονα αγόρια και κορίτσια, κατηφορίσαμε σε μια ταβέρνα στην Καλλιθέα. Αράξαμε, χαλαρώσαμε, παραγγείλαμε…
Το στερεοφωνικό έπαιζε «τα δικά μας», ρεμπέτικα, λαϊκά κι ανάμεσα κάποια νεότερα ποιοτικά που μας άγγιζαν, γι’ αυτό εξάλλου αράξαμε κι εκεί.
Κάποια στιγμή στην πόρτα, φάνηκε μια γνωστή για μένα φιγούρα. Ένας ασπρομάλλης ογδοντάχρονος με το μπουζούκι του. Τον συνόδευε μια μικρή κοπέλα…
Ο ίδιος μου είπε, αργότερα, πως ήταν εγγονή του...
Η διεύθυνση του μαγαζιού, στο έμπα του, ποδοτσακίστηκε να κλείσει το στερεοφωνικό. Γυρίσαμε όλοι προς την είσοδο, οι μη μυημένοι δεν αντιλήφθηκαν τίποτα. Εμείς οι κάποιοι άλλοι, οι πιο πολύ ψαγμένοι, αναρωτηθήκαμε τι γίνεται, ποιος είναι;
Ξανακλείνει η πόρτα…ατενίζω μια γνωστή φυσιογνωμία, που όμως δεν την είχα δει ποτέ «δια ζώσης»!
Χιλιάδες στροφές φέρνει το μυαλό μου…σταματά σε μια φωτογραφία απ’ την ιστορία του ρεμπέτικου που είχα μελετήσει! Αυτός είναι… συλλογίστηκα, δεν μπορεί να πέφτω έξω. Μικροκαμωμένος, ασπρομάλλης, μεγαλοπρόσωπος…με το μπουζούκι στα χέρια, κάπου τον θυμάμαι!
Δευτερόλεπτα… και τον αναγνώρισα: Ήταν ο Μπαγιαντέρας!!
Δημήτρης Γκόγκος τ’ όνομά του!!!
Πριν καλά-καλά συνειδητοποιήσω το τι συμβαίνει, ακούω απ’ το διπλανό τραπέζι κάποιον να δυσανασχετεί και να διαμαρτύρεται μεγαλόφωνα, γιατί το μαγαζί έκλεισε το στέρεο!
Η διεύθυνση, έτσι όπως γίνεται σε παρόμοιες περιπτώσεις, μία δυό φορές προσπάθησε να του εξηγήσει… «δυο τρία τραγούδια θα παίξει και μετά συνεχίζουμε…»
Ο Μπαγιαντέρας μέσα απ’ την πόρτα ασάλευτος.
Το βλέμμα του απλανές…(ήταν από χρόνια τυφλός)  έκανε ίσως το γύρω της ψυχής του, έφτανε στην προπολεμική εποχή, στην κατοχή, στην Αντίσταση, στην περίοδο του εμφύλιου…μέχρι και στο τότε! Δεν είπε κουβέντα!!
Γύρισα στον συνομήλικό μου και του λέω ήρεμα: «Φίλε άσε ν’ ακούσουμε δυο τραγούδια και ξαναπαίζει το στέρεο»!
«Κι εσύ τι είσαι;» Μου απαντά!
«Άσε τι είμαι και ποιος είμαι» του λέω κι επαναλαμβάνω: «Φίλε άσε ν’ ακούσουμε δυο τραγούδια»!!
«Γιατί θέλεις τίποτα;» με ρωτά προκλητικά, με το χαζοκουτσαβακίστικο ύφος του.
«Τρελάθηκα»…βγάζω το πουλόβερ μου, γυμνός απ’ τη μέση κι απάνω και κόβω πέρα…
Δεν μπορούσε κανείς να με συγκρατήσει, δεν είναι και τόσο εύκολο να εμποδίσεις κάποιον που δεν έχεις… από πού να τον πιάσεις.
Μπήκαν τελικά, κάποιοι πιο ψύχραιμοι στη μέση, κάποιοι άλλοι θαμώνες τον επέπληξαν και τα «πνεύματα ηρέμησαν…»
  Ο Μπαγιαντέρας έπαιξε δυο, τρία κομμάτια και η μικρή κοπέλα μάζεψε απ’ τους θαμώνες τους λίγους οβολούς τους!
Μεγάλες αυθεντικές και μοναδικές στιγμές!!
Όποιος δεν έτυχε να ζήσει τέτοιες στιγμές, δεν είναι δυνατόν να τις κατανοήσει!!!
Όταν τέλειωσε, ρώτησε το μαγαζί να του πεί... ποιος είναι αυτός που πήρε το μέρος του;
Ποιος είναι αυτός που υπεραμύνθηκε της ρεμπέτικης συνήθειας ν’ ακούγονται ζωντανά τα τραγούδια μέσα στο λαό;
Τον φέρανε στο τραπέζι μας, με ρώτησε ότι με ρώτησε, μου είπε ότι μου είπε…
Ήπιαμε από μια γουλιά κρασί παρέα…
Ήταν ο ρεμπέτης Δημήτρης Γκόγκος η Μπαγιαντέρας!!!

Να ’ναι γλυκό το βόλι (Φόρεσε αντάρτη τ’ άρματα)
Στίχοι κι μουσική του Δημήτρη Γκόγκου η Μπαγιαντέρα

Φόρεσ' αντάρτη τ' άρματα
ζώσε και το σπαθί σου
και σύρε για τον πόλεμο
κι η λευτεριά μαζί σου.

Τράβα και θέλω νικητής
παιδί μου να γυρίσεις,
για τη γλυκιά τη λευτεριά
το αίμα σου να χύσεις.

Πολέμησε αντάρτη μου
πως πολεμάνε όλοι
και με τον Άρη αρχηγό
γλυκό να 'ναι το βόλι.


ΥΓ: «Τρελάθηκα»…γιατί αυτή η συμπεριφορά, του άγνωστου θαμώνα, απέναντι στον ρεμπέτη Μπαγιαντέρα, του τυφλού ραψωδού του έρωτα και της ηρωικής Εθνικής Αντίστασης (που πρέπει ν’ αναφέρω γνώριζα την ιστορία του, αν και δεν τον είχα δει ποτέ από κοντά), ήταν αγένεια, ανανδρία και ασέβεια!
«Τρελάθηκα…δυο φορές και παρεκτράπηκα», γιατί η μορφή του με παρέπεμψε στον παππού μου τον Μήτσο Ντόκα, που κι αυτός τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν τυφλός απ’ την ίδια πάθηση (γλαύκωμα) και που ήταν κι οι δυο Αντιστασιακοί!

Δημήτρης Ντόκας Δημοσιογράφος - στιχουργός