«Η κοινωνία σε θέλει να είσαι απλώς ένα φωτοαντίγραφο, ποτέ ένα πρωτότυπο» Όσσο

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Χέρσα χωράφια-άνεργη αγροτοεργατιά-μαγαζιά κλειστά!

Κάποια μαγαζιά γέμισαν … «κατσαρίδες κι αράχνες» της εγκατάλειψης!
Κάποια απ’ αυτά ίσως …γεμίσουν και με νεόπλουτους, «πολυεθνικούς …αρουραίους», αν δεν αλλάξει κάτι!
Μια γύρα… και λίγη παρατηρητικότητα στο κέντρο του Αγρινίου, στην κεντρική πλατεία και στους γύρω δρόμους, φτάνει για να διαπιστώσει κάποιος την τοπική «ανάπτυξη», την «ευμάρεια», στις βιτρίνες των κλειστών μαγαζιών!
Σκεφτείτε τι απογοητευτική κατάσταση θα διαπιστώσετε, αν κάνετε ευρύτερες, «ομόκεντρες… γύρες»!
Κλειστά, ξενοίκιαστα μαγαζιά στο κέντρο της πόλης, αδιανόητο γι’ άλλες εποχές. Τότε που γίνονταν «πλειοδοτικές δημοπρασίες» απ’ τους ενδιαφερόμενους επαγγελματίες της περιοχής μας, ν’ αποκτήσουν επαγγελματική στέγη «φάτσα στην Πλατεία»! Έφτασαν τα ενοίκια σε δυσθεώρητα ύψη και σήμερα στην εποχή της δυσπραγίας, αρνούνται κάποιοι ιδιοκτήτες, την μείωση, τη λογική «αναπροσαρμογή των μισθωμάτων».
Τότε που είχαν ικανή αγοραστική δυνατότητα οι συντοπίτες μας…τότε που υπήρχε πελατεία, ήταν αλλιώς τα πράγματα. Η κίνηση της αγοράς οφείλονταν στην κατανάλωση που δημιουργούσαν οι εργαζόμενοι της πόλης, αλλά και των επισκεπτών, των κατοίκων των χωριών της γύρω περιοχής. Υπήρχε παραγωγή, εργασία, μπορούσε ο λαός να ξοδέψει, να καταναλώσει, τώρα δεν καταναλώνει, αναγκαστικά τ’ απαραίτητα αγοράζει.
 Όχι πως τούτος ο λαός, για να μην παρεξηγηθούμε, είχε ποτέ την πολυτέλεια …να ζει στην «ανέμελη χλιδή», αλλά μπορούσε να «κυλάει» να «κυκλοφορεί»!
Υπήρχε η «ζωοδότρια αγροτική παραγωγή» καπνός – ελιά και άλλα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Μια δύσκολη, κουραστική, βασανιστική, υπόθεση για τους ανθρώπους της αγροτιάς που πάλευε και τότε με «ανάλγητες εξουσίες», με τα θεριά-μεγαλέμπορους και τους κολαούζους - μεσίτες τους.
Μια ψυχοφθόρα και βασανιστική ιστορία, για τους ανθρώπους της εργατιάς, του «ιερού μόχθου».
Μια εναγώνια, επίμονη και επίπονη προσπάθεια, των μικρομεσαίων επαγγελματιών της περιοχής μας, για να τα «βγάλουν πέρα».
 Όμως μπορούσαν να τα «βγάζουν πέρα» και «να τα πάνε και λίγο παραπέρα». Πάλευαν όλοι «φύσαγε και λίχνιζαν», τώρα πια… δε «φυσάει» κι εκείνος ο παλιότερος, σοφός λαός έλεγε «άμα δε φυσάει, όσο θέλεις λίχνα»!
Αγωνίζονταν στους δρόμους οι αγρότες για καλύτερες τιμές στα προϊόντα τους, για καλύτερες συνθήκες ζωής. Είχαν και τη συμπαράσταση της πλειονότητας των επαγγελματιών τούτης της «προοδευτικής πόλης», που έκλειναν τα μαγαζιά τους σε ένδειξη συμπαράστασης. Δεν μπορώ όμως να μην αναφερθώ και στην ανεύθυνη, αχάριστη και απάνθρωπη στάση ορισμένων «επαγγελματιών» τότε, «κάποιων πονηρών παιδιών της πιάτσας» που ειρωνεύονταν τους απεργούς αγρότες, στις συγκεντρώσεις τους στην κεντρική πλατεία.
«Κάποια πονηρά παιδιά της πιάτσας»!
Και «Κάποια  πανέξυπνα σαΐνια αγρότες» με τις μετέπειτα ατομικίστικες, καιροσκοπικές, συμφεροντολογικές συμπεριφορές τους, με την απερίσκεπτη και ανεύθυνη στάση ζωής τους και με τις πολιτικές θέσεις και επιλογές τους, συνέβαλαν στο να φτάσουν τα πράγματα εδώ που έφτασαν.
Χέρσα χωράφια-άνεργη αγροτοεργατιά-μαγαζιά κλειστά!
ΥΓ: Το δίστυχο σύνθημα, στον τοίχο του ξενοίκιαστου μαγαζιού, φέρνει στα χείλη του κάθε σκεπτόμενου και αγωνιούντα περαστικού…πικρογέλιο!  

  Δημήτρης Ντόκας