«Η κοινωνία σε θέλει να είσαι απλώς ένα φωτοαντίγραφο, ποτέ ένα πρωτότυπο» Όσσο

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010

«O ΕΜΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ»...Στο ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ

«O ΕΜΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ
ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ το ΣΑΒΒΑΤΟ 14 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ στο ΘΕΑΤΡΟ ΛΙΜΑΝΙΟΥ, στις 9.30 μ.μ.

Είναι μεγάλο το σοκ που παθαίνει κανείς όταν διαβάζοντας τον ΄Εμπορο της Βενετίας, εν έτει 2010, ανακαλύπτει με φρίκη πόσο ανατριχιαστικά επίκαιρο και σύγχρονο είναι το έργο. Χρήμα, δανεισμός, εκμετάλλευση, τοκογλυφία: αυτοί είναι οι κεντρικοί θεματικοί άξονες γύρω από τους οποίους στρέφεται η ιστορία, έννοιες που συναντάμε καθημερινά πια όλοι μας στα κεντρικά δελτία ειδήσεων και στις εφημερίδες.
Η Βενετία, όπου καθόλου τυχαία τοποθετεί ο Σαίξπηρ την ιστορία του, υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες οικονομικές μητροπόλεις της ιστορίας με τις τράπεζες να έχουν τεράστια δύναμη και το εμπόριο να ανθίζει και να απλώνει τα πλοκάμια του σε ολόκληρο τον κόσμο. Το έργο όμως, που γράφεται σε περίοδο οικονομικής κρίσης στην Αγγλία, έξυπνα εστιάζει στα αποτελέσματα της όλης οικονομικής συγκυρίας στις ανθρώπινες σχέσεις χωρίς να χάνεται σε γενικότητες. Ο συγγραφέας γράφει μια αιχμηρή και επί της ουσίας πολιτική κωμωδία που καυτηριάζει τις επιπτώσεις που επιφέρει το αδυσώπητο νομισματικό σύστημα στις αντιλήψεις και στις συμπεριφορές των ανθρώπων.
Στο έργο όλα πωλούνται και όλα αγοράζονται. Ακόμα και η ίδια η αγάπη μεταφράζεται σε χρήμα. Αρετή σημαίνει φερεγγυότητα. Θάρρος, επένδυση. Και ο έρωτας είναι η πιο κερδοφόρα επιχείρηση από όλες. Όλοι στον «Έμπορο» φορούν μια μάσκα που υποκαθιστά το αληθινό τους πρόσωπο και η μεγαλύτερη μάσκα από όλες, το μεγαλύτερο υποκατάστατο είναι το ίδιο το χρήμα, η μεγάλη μάσκα που υποκαθιστά τις αξίες, τις ανθρώπινες σχέσεις και εν τέλει την ίδια τη ζωή.
Με ένα θίασο που συνδυάζει την εμπειρία ώριμων ηθοποιών και τη φρεσκάδα των νεότερων και με βασικά όπλα τον αυτοσχεδιασμό και το χιούμορ, ζωντανεύουμε το λόγο του Σαίξπηρ προσπαθώντας να βρούμε τις αναλογίες του κειμένου με το σήμερα. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι μια μεικτή αισθητική που φωτίζει το δισυπόστατο του κειμένου: καθώς κάθε χαρακτήρας κρατάει το προσωπείο του και ο απλούστερος διάλογος αποκτά πολιτική βαρύτητα ακόμα και τα πιο σοβαρά λόγια μπορούν να ακουστούν ως γελοιότητες και τα αστεία των γελωτοποιών αμήχανα. Τοποθετούμε το έργο σε ένα άχρονο πλαίσιο γιατί θεωρούμε ότι οι αλήθειες και τα ερωτήματα που θέτει, ξεφεύγουν από τα όρια της εποχής του και επαναλαμβάνονται στο πέρασμα του χρόνου.

ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. ΡΟΥΜΕΛΗΣ